Η Ταυτότητα της Ημέρας

Η Ταυτότητα της Ημέρας

Η ταυτότητα της ημέρας σήμερα Σάββατο 29 Μαϊου 2021 είναι η 149η ημέρα του έτους. Η ανατολή του ηλίου έγινε στις 06:03 π.μ. και η δύση θα γίνει στις 20:41 μ.μ..

Επέτειοι και Λοιπές Εορτές

  • Παγκόσμια Ημέρα για την Υγεία του Πεπτικού Συστήματος
  • Παγκόσμια Ημέρα Κυανοκράνων
  • Οι Μπαχαϊστές τιμούν την Ανάληψη του Προφήτη και ιδρυτή της θρησκείας τους Μπαχαουλάχ. Ο Μπαχαϊσμός είναι συγκρητιστικό θρήσκευμα με στοιχεία από Ιουδαϊσμό, Χριστιανισμό και Μωμεθανισμό, που κηρύσσει την παγκόσμια θρησκευτική ενότητα. Αριθμούν γύρω στα 4 εκατομμύρια πιστούς στην Μέση Ανατολή, Ινδία, ΗΠΑ και Ευρώπη.
  • Ημέρα των Κηκίδων της Βελανιδιάς (Oak Apple Day) στη Μεγάλη Βρετανία. Μία γιορτή για τη Μοναρχία που έχει καταργηθεί επισήμως από το 1859 και τείνει να εκλείψει. Οι όποιοι πανηγυριστές φορούν φύλλα ή κηκίδες (ψευτοκαρποί του δέντρου) βελανιδιάς.
  • Ημέρα της Δημοκρατίας στη Νιγηρία.
  • Ημέρα Δενδροφύτευσης στην Βενεζουέλα.
  • Ημέρα του Παιδιού στην Ουγγαρία.
  • Ημέρα του Χαλιού στο Τουρκμενιστάν.
  • Εθνική Ημέρα Κρασάτου Κόκκορα στις ΗΠΑ.

Σαν σήμερα

Η καταστροφή της Κάσου



Οι Αιγύπτιοι του Ιμπραήμ, αμέσως μετά την κατάπνιξη της επανάστασης στην Κρήτη, αποβιβάστηκαν στην Κάσο στις 29 Μαΐου 1824 και αφάνισαν το νησί, κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης. Η καταστολή της επανάστασης στην Κρήτη και η καταστροφή της Κάσου άνοιξαν το δρόμο για την απρόσκοπτη απόβαση των αιγυπτιακών στρατιωτικών δυνάμεων υπό τον Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο, τον Φεβρουάριο του 1825.

Η Κάσος στα χρόνια της Επανάστασης

Η Κάσος, το νοτιότερο νησί των Δωδεκανήσων, απέχει περί τα 20 ναυτικά μίλια από τη Σητεία. Βρίσκεται σε στρατηγική θέση, καθώς ελέγχει ένα σημαντικό ναυτικό πέρασμα από το Αιγαίο προς την Ανατολική Μεσόγειο και τούμπαλιν. Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας είχε αναπτύξει αξιόλογη ναυτιλία και διατηρούσε ένα είδος αυτονομίας από την Υψηλή Πύλη. Αποκόμιζε τεράστια κέρδη τόσο από την εμπορική ναυτιλία, όσο και από την πειρατεία, όπως αναφέρει ο Γόρδων στην «Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης».

Η συμβολή της Κάσου ήταν σημαντική κατά τη διάρκεια του ξεσηκωμού της Κρήτης, καθώς όχι μόνο ανεφοδίαζε τους Κρητικούς αγωνιστές, αλλά και συνελάμβανε πλοία, τουρκικά ή ευρωπαϊκά, που μετέφεραν τρόφιμα και πολεμοφόδια στις τουρκικές δυνάμεις του νησιού. Έτσι,η εξουδετέρωση της κασιώτικης ναυτιλίας θεωρήθηκε αναγκαία από τους Αιγυπτίους του Ιμπραήμ και αμέσως μετά την υποταγή της Κρήτης ο αιγυπτιακός στόλος στράφηκε εναντίον του νησιού. Άλλωστε στο νησί είχε καταφύγει και μεγάλος αριθμός ενόπλων κρητικών αγωνιστών υπό τους Δημήτριο Κουρμούλη και Αστρινό Χατζηδάκη.

Από τα μέσα Απριλίου του 1824 υπήρχαν πληροφορίες για τις προθέσεις των Αιγυπτίων και η αγωνία στο νησί ήταν διάχυτη. Στις 12 Μαΐου οι πρόκριτοι της Κάσου ενημέρωσαν την επαναστατική κυβέρνηση και ζήτησαν βοήθεια, αλλά δεν έλαβαν απάντηση. Δύο ημέρες αργότερα, ο αιγυπτιακός στόλος έκανε την εμφάνισή του στ’ ανοιχτά της Κάσου, προερχόμενος από το ορμητήριό του στη Σούδα.

Στις 17 Μαΐου οι Κάσιοι επανήλθαν στο αίτημά τους για βοήθεια, αλλά η απάντηση ότι δεν υπάρχουν λεφτά ήλθε καθυστερημένα στις 27 Μαΐου, όταν ο αιγυπτιακός στόλος έκανε την εμφάνισή του στο νησί. Όλο αυτό το διάστημα οι ντόπιοι, συνεπικουρούμενοι και από τους Κρητικούς αγωνιστές, οργάνωναν την άμυνα του νησιού, κατά το δυνατόν.

Η απόβαση των Αιγυπτίων στην Κάσο

Η επίθεση άρχισε την ίδια ημέρα με ισχυρό κανονιοβολισμό, κυρίως στο χωριό της Αγίας Μαρίνας, όπου είχε συγκεντρωθεί ο κύριος όγκος των αμυνομένων. Οι Κάσιοι ανταπέδωσαν τα πυρά και κατόρθωσαν να κρατήσουν προσωρινά σε απόσταση τα εχθρικά πλοία. Ο αιγυπτιακός στόλος αποτελείτο από 25 έως 45 πλοία, ανάλογα με τις πηγές, στα οποία επέβαιναν 3.000 – 4000 αλβανοί στρατιώτες. Επικεφαλής της επιχείρησης ήταν ο ικανότατος αλβανός στρατιωτικός Χουσεϊν Μπέης και ναύαρχος ο αλγερινός Ισμαήλ Γιβραλτάρ.

Τη νύχτα της 28ης προς την 29η Μαΐου ο Χουσεΐν έκανε μία παραπλανητική απόβαση στην ακτή προς τα βόρεια της Αγίας Μαρίνας, Οι Κάσιοι επικέντρωσαν την προσοχή τους στους επιτιθέμενους, αλλά δεν πήραν είδηση ότι 30 βάρκες γεμάτες αλβανούς στρατιώτες με επικεφαλής του χιλίαρχο Μουσά αποβιβάστηκαν χωρίς αντίσταση στην απόκρημνη τοποθεσία Αντιπέρατος. Την πρώτη απόβαση ακολούθησε και δεύτερη και τα ξημερώματα 2.000 αλβανοί στρατιώτες βρέθηκαν στα νώτα των αμυνομένων.

Ο Χουσεΐν κάλεσε τους Κάσιους να παραδοθούν, με αντάλλαγμα τη ζωή τους, αλλά αυτοί δεν υπάκουσαν. Συνέχιζαν να πολεμούν και να προξενούν φθορά στον εχθρό, αλλά σύντομα κατάλαβαν ότι η προσπάθειά τους ήταν μάταιη, καθώς ο εχθρός συνεχώς ενισχυόταν. Πολλοί από τους κατοίκους επιβιβάσθηκαν σε καράβια, με προορισμό την Κάρπαθο και τις Κυκλάδες.

Άλλοι πήραν τα βουνά για να συνεχίσουν την αντίσταση. Ένας από αυτούς ήταν ο πλοίαρχος Μάρκος Ιωάννου ή Μαλλιαράκης, γνωστός και ως Διακομάρκος, ο οποίος με 40 άνδρες του πολέμησε γενναία, αλλά τελικά συνελήφθη αιχμάλωτος. Προσήχθη ενώπιον του Χουσεΐν, ο οποίος αποφάσισε να του χαρίσει τη ζωή, εντυπωσιασμένος από την ανδρεία του. Όμως, μόλις του έλυσαν τα δεσμά, ο Διακομάρκος άρπαξε ένα γιαταγάνι και σκότωσε τρεις από τους φρουρούς, για να πέσει και ο ίδιος νεκρός λίγο αργότερα.

Την κατάρρευση της αντίστασης των Κασίων ακολούθησε γενική σφαγή και εξανδραποδισμός. Γύρω στους 2.000 σκοτώθηκαν και αλλά τόσα γυναικόπαιδα αιχμαλωτίσθηκαν για να πουληθούν στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής. Μάταια οι αλβανοί στρατιώτες που ήταν χριστιανοί προσπάθησαν να αποσοβήσουν τη σφαγή των αμάχων και την απαγωγή των κοριτσιών. Τα κασιώτικα πλοία δημεύτηκαν και πολλοί Κάσιοι αναγκάστηκαν να ενταχθούν στα πληρώματά τους για να σώσουν τις οικογένειές τους.

Τα επακόλουθα της καταστροφής της Κάσου

Ο Χουσεΐν, αφού εγκατέστησε τούρκο διοικητή στην Κάσο κι εξασφάλισε αμαχητί την υποταγή της γειτονικής Καρπάθου, αναχώρησε με τα πλοία του για τη βάση του στη Σούδα.

Μόλις έμαθαν τη θλιβερή είδηση και φοβούμενοι ότι οι Αιγύπτιοι θα στραφούν εναντίον τους, Υδραίοι και Σπετσιώτες συγκρότησαν στόλο, που κατευθύνθηκε προς την Κάσο. Στις 21 Ιουνίου ο ναύαρχος Γεώργιος Σαχτούρης αποβιβάστηκε στο νησί και αντίκρισε ιδίοις όμμασι τη μεγάλη καταστροφή, με «σπίτια κατακρημνισμένα… κατακαμμένα… ανθρώπους πολλά ολίγους», που «ερρίφθησαν εις τα δάκρυα με γογγυσμούς φωνάς και θρήνον απαρηγόρητον», όπως έγραψε στα απομνημονεύματά του.

Αφού μάταια ο υδραιοσπετσιώτικος στόλος αναζήτησε τον αιγυπτιακό, στις 24 Ιουνίου, ο ναύαρχος Σαχτούρης πληροφορήθηκε «από πλοίον Σαντοριναίικον με σημαίαν ρωσικήν», την καταστροφή των Ψαρών.

Κωνσταντίνος ΙΑ’ Παλαιολόγος


Άγαλμα του Κωνσταντίνου ΙΑ’ Παλαιολόγου στο Μυστρά Λακωνίας


Ο τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου, που έπεσε ηρωικά μαχόμενος τις ορδές του σουλτάνου Μωάμεθ Β’ στις 29 Μαΐου 1453. Με τον θάνατό του έγραψε την τελευταία σελίδα της χιλιόχρονης ιστορίας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και πέρασε στη σφαίρα του θρύλου.

Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος γεννήθηκε στις 8 Φεβρουαρίου 1405 στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν το όγδοο από τα δέκα παιδιά του αυτοκράτορα Μανουήλ Β’ Παλαιολόγου και της Σέρβας συζύγου του Έλενας Δραγάση (Γελένα Ντράγκας στα σλαβικά).

Όταν μεγάλωσε παρέμεινε για μικρό διάστημα στην Ταυρική (σημερινή Κριμαία) και στη συνέχεια πήγε στην Πελοπόννησο, όπου με τους αδελφούς του Θωμά και Θεόδωρο ανέλαβαν τη διοίκηση του Δεσποτάτου του Μωρέος ή Μυστρά και ολοκλήρωσαν την ανάκτηση των φραγκοκρατούμενων περιοχών. Η σύγκρουση με τους δύο αδελφούς του τον ανάγκασε να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη και να τεθεί στη διάθεση του αδελφού του Ιωάννη Η’ Παλαιολόγου, που βρισκόταν στο θρόνο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μετά το θάνατο του πατέρα τους το 1425.

Αντικατέστησε για λίγο τον αδελφό του στο θρόνο, όταν ο Ιωάννης μετέβη στην Ιταλία για να λάβει μέρος στη Σύνοδο Φεράρας – Φλωρεντίας, που αποσκοπούσε στην επανένωση των εκκλησιών, μετά το Σχίσμα του 1054. Μετά την αποτυχία της Συνόδου, λόγω του ανθενωτικού κλίματος που επικρατούσε στον ορθόδοξο κόσμο, και την άφιξη του αυτοκράτορα στην Πόλη (1 Φεβρουαρίου 1440), ο Κωνσταντίνος επέστρεψε και πάλι στην Πελοπόννησο και αφιέρωσε τις προσπάθειές του στην αναδιοργάνωση του δεσποτάτου.

Μετά τον θάνατο του Ιωάννη, ο Κωνσταντίνος ανέλαβε τις τύχες της αυτοκρατορίας στις 6 Ιανουαρίου 1449, έχοντας επίγνωση της απελπιστικής πολιτικής και στρατιωτικής κατάστασης που βρισκόταν η αυτοκρατορία. Οι Οθωμανοί Τούρκοι περιέσφιγγαν όλο και περισσότερο τον κλοιό γύρω από τη Βασιλεύουσα και ο νέος σουλτάνος Μωάμεθ Β’ είχε βάλει σκοπό της ζωής του την κατάληψη της Πόλης.

Έτσι, στις 15 Απριλίου 1453 άρχισε η τρίτη πολιορκία της Κωνσταντινούπολης, που κατέληξε στην άλωσή της το πρωί της 29ης Μαΐου 1453. Ό Κωνσταντίνος προαισθανόμενος το τέλος του πήγε στην Αγία Σοφία και μετέλαβε των Αχράντων Μυστηρίων. Κατόπιν αποχαιρέτησε τους δικούς του κι έλαβε θέση μάχης με τους λιγοστούς στρατιώτες του. Αλλά από μία πύλη, την Κερκόπορτα, που λησμονήθηκε ανοιχτή, μπήκαν μέσα οι Τούρκοι και άρχισαν μια τρομερή σφαγή. Ο αυτοκράτορας πολέμησε γενναία ως απλός στρατιώτης, αλλά οι Οθωμανοί υπερείχαν συντριπτικά και ο Κωνσταντίνος έπεσε νεκρός, αφού προηγουμένως ζήτησε από κάποιο χριστιανό να τον θανατώσει.

Μετά την άλωση της Πόλης, οι κατακτητές με εντολή του Μωάμεθ αναζήτησαν το πτώμα του Κωνσταντίνου και το έθαψαν με βασιλικές τιμές, χωρίς όμως να γίνει γνωστός ο τόπος της ταφής του. Οι υπόδουλοι πια Έλληνες δεν θέλησαν να πιστέψουν τον χαμό του Κωνσταντίνου. Τον φαντάζονταν όχι νεκρό, αλλά μαρμαρωμένο, έτοιμο να ξυπνήσει και «να κυνηγήσει πάλι τούς Τούρκους, ως την Κόκκινη Μηλιά».

Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος δεν άφησε απογόνους, παρά τους δύο γάμους του. Την 1η Ιουλίου 1428 νυμφεύτηκε τη Μανταλένα Τόκο, κόρη του άρχοντα της Ζακύνθου Λεονάρντο Τόκο, η οποία πέθανε πάνω στη γέννα, όπως και η δεύτερη σύζυγός του Κατερίνα Γκατιλούζιο, κόρη του άρχοντα της Μυτιλήνης Ντορίνο Γκατιλούζιο, την οποία παντρεύτηκε στις 27 Ιουλίου 1441.


Πηγή: sansimera.gr

Facebook
Twitter
Email
Sponsored